the electronic version of the book is created by ......δευαν και διατηρούσαν σε...

401
The electronic version of the book is created by http://www.enverhoxha.ru for http://www.enverhoxha.info

Upload: others

Post on 25-Sep-2020

1 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

  • The electronic version of the book is created by

    http://www.enverhoxha.ru for

    http://www.enverhoxha.info

    http://www.enverhoxha.ruhttp://www.enverhoxha.info

  • ΕΝΒΕΡ ΧΟΤΖΙΑ

    ΟΙ ΤΙΤΟΪΚΟΙ

    Ιστορικές σημειώσεις

    ΠΟΡΕΙΑ Α Θ Η Ν Α 1983

  • ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΩΝ-ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΕΑ

    ΤΙΤΛΟΣ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ

    ENVER ΗΟΧΗΑ. TITISTËT, Shënime historike

    Copyright: Εκδόσεις Πορεία Σόλωνος 77, Αθήνα, τηλ. 3631.622

  • ΑΝΥΨΩΘΗΚΑΜΕ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΛΙΕΣ ΕΧΘΡΟΤΗΤΕΣ

    Αντί εισαγωγής

    Σύντομη ματιά στην ιστορία * Η απόφαση των αλβανών κομμουνιστών να έλθουν σε σχέσεις με το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας * Οι κράληδες της Σερβίας και οι κνιάζηδες του Μαυροβουνίου κυριότεροι υπαίτιοι για τις πικρές στο παρελθόν σχέσεις ανάμεσα στον αλβανικό λαό και τους λαούς της Σερβίας, του Μαυροβουνίου κ.ά. * Μιά από τις μεγαλύτερες αδικίες αυτού του αιώνα στην Ευρώπη-το 1913 η Αλβανία διχοτομήθηκε αυθαίρετα * Η με-γαλοσέρβικη γενοκτονία στα αλβανικά εδάφη της Γιουγκοσλαβίας στην περίοδο μεταξύ των δυό πολέμων * Γιατί οι αλβανοί κομμουνιστές ήρθαν σε σχέσεις με το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας στη διάρκεια του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα;

    Η απόφαση των αλβανών κομμουνιστών το καλοκαίρι του 1941 να έλθουν σε διεθνιστικές σχέσεις με το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας έδειχνε την ωριμότητα του κομμουνιστικού κινήματος εκείνης της περιόδου στην Αλβανία. Οι καλύτεροι εκπρόσωποι των κομμουνιστικών ομάδων από το 1939 είχαν αρχίσει τον αγώνα ενάντια στους φασίστες καταχτητές. Όπως υψώνονταν με θάρρος και αποφασιστικότητα πάνω από τις έριδες και τα πάθη μεταξύ τους και βάδιζαν με πεποίθηση προς την ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Αλβανίας, με το ίδιο θάρρος και ωριμότητα υψώνονταν και πάνω από τις παλιές εχθρότητες, έριδες και το βαθύ χάσμα που στο πέρασμα των αιώνων είχαν δημιουργηθεί στις σχέσεις της χώρας μας με τους γιουγκοσλάβους γείτονες.

    Είναι γνωστό, αναμφισβήτητο και παραδεκτό απ' όλους το γεγονός ότι οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες μας πριν το 1941 θα ήταν λίγο να τις χαρακτηρίσεις πικρές. Όλη η εικόνα αυτών των σχέσεων εμπεριέχει από τα πιό σοβαρά δράματα και τραγωδίες, γεμάτες επιθέσας, σκοτωμούς και αρπαγές, αίμα και εγκλήματα, δράματα και τραγωδίες που παίζονταν φανερά στη «σύγχρονη» Ευρώπη σε βάρος των εδαφών και της τύχης ενός μικρού, αλλά γενναίου και ακατάβλητου λαού, του αλβανικού λαού.

    Γι' αυτά τα θλιβερά γεγονότα που επισωρεύτηκαν επί ολόκληρες δεκαετίες δεν φταίνε οι λαοί, και, ιδιαίτερα ο αλβανικός λαός ποτέ και σε καμιά περίπτωση δεν έφταιξε γι' αυτά. Έφταιγε η καταχτητική και αντιαλβανική πολιτική των κράληδων της Σερβίας και των κνιάζηδων του Μαυροβουνίου, η πολιτική της βίας, του επεκτατισμού και της γενοκτονίας που ακολούθησαν σε βάρος του αλβανικού λαού και των αλβανικών εδαφών, με την ανοιχτή ή κρυφή υποκίνηση και υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων εκείνης της εποχής.

    3

  • Χωρίς να χρειαστεί καθόλου να μπούμε βαθιά στην ιστορία, είναι γνωστή απ' όλους η νέα και μεγάλη τραγωδία που άρχισε να παίζεται σε βάρος του αλβανικού λαού, ιδιαίτερα από το δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα.

    Όταν φάνηκε ξεκάθαρα πως «ο ασθενής του Βόσπορου» κείτονταν στο κρεβάτι του θανάτου, αναπτερώθηκαν γρήγορα οι ελπίδες και αυξήθηκαν οι δυνατότητες του αλβανικού λαού να αποκτήσει την ανεξαρτησία, που από αιώνες την αναζητούσε με το όπλο στο χέρι, εντάθηκε ο αγώνας και οι προσπάθειες του για να φέρει όσο πιο κοντά αυτή τη μέρα. Και όταν ακριβώς πλησίαζε η μέρα να αποτινάξει η Αλβανία το ζυγό της Οθωμανικής κυριαρχίας, νέοι εχθροί, άγριοι και με βλέψεις όμοιες μ' αυτές των Οσμανλήδων, νόμισαν ότι είχε έρθει η ώρα να ρίξουν τη μικρή Αλβανία στα πλοκάμια τους. Οι βασιλιάδες και οι κράληδες της Ιταλίας και της Αυστρο-Ουγγαρίας, της Ελλάδας και της Σερβίας, του Μαυροβουνίου και της Βουλγαρίας όρμησαν ν' αρπάξουν ό,τι μπορέσουν απ' αυτή την «περιοχή της Οσμανικής Αυτοκρατορίας», όπως τη λέγανε. Αυτό ήταν μια πολύ βαριά και οδυνηρή «ανταμοιβή» που πρόσφεραν οι γείτονες στον γενναίο και αλύγιστο αλβανικό λαό, που είχε χύσει ποτάμια αίματος και ορθώθηκε σαν ισχυρό τείχος στην παραπέρα προέλαση των οσμανικών ορδών προς την Ευρώπη. Αυτή ήταν η πιό βαθιά αχαριστία προς το λαό αυτό, που τόσο στις μάχες των γειτονικών λαών για την υπεράσπιση τους από τις οσμανικές επιθέσεις, όσο και στα κινήματα και τις εξέγερσης τους για απελευθέρωση, δεν είχε φεισθεί τα καλύτερα παιδιά του που έδιναν τη ζωή τους σαν να υπεράσπιζαν τη λευτεριά του δικού τους λαού.

    Ιδιαίτερα οι ορδές των Σέρβων και Μαυροβούνιων, υποκινούμενες από τις τότε αντιδραστικές κλίκες, χύμιξαν προς τα αλβανικά εδάφη σκοτώνοντας, λεηλατώντας και καταστρέφοντας ό,τι εύρισκαν μπροστά τους. Τα χρονικά αυτής της εποχής είναι γεμάτα μέ γεγονότα από τα πιό φρικιαστικά. Σαν βρέθηκε κάτω από τα πυρά πολλών εχθρών που πολεμούσαν, πότε ο καθένας για λογαριασμό του, πότε σε συμφωνία να μοιράσουν μαζί τη λεία, ο αλβανικός λαός απάντησε στη νέα κατάσταση με αδιάκοπο αγώνα. Ωστόσο, ο άνισος συσχετισμός των δυνάμεων, ανάγκασε τον αλβανικό πληθυσμό, αφού έχυσε ποτάμια αίματος, να εγκαταλείψει με άσβηστο πόνο ολόκληρα τμήματα του πάτριου εδάφους στα σύνορα με τη Σερβία και το Μαυροβούνιο. Εκτός από χιλιάδες σκοτωμένους και καμένους, δεκάδες άλλες χιλιάδες Αλβανοί διώχτηκαν από τα εδάφη τους και σπρώχτηκαν προς Νότο, ή πήραν το δρόμο της προσφυγιάς ανά την Ευρώπη και την Ασία. Τα στοιχεία δείχνουν ότι στο τέλος του προηγούμενου αιώνα σαν αποτέλεσμα της κατάληψης των ακραίων περιοχών της Κοσόβας από μέρους της Σερβίας, του Μαυροβουνίου και της Αυστρο-Ουγγαρίας εκτοπίστηκαν βίαια και εγκαταστάθηκαν μόνο στο εσωτερικό του βιλαετιού της Κοσόβας και της Σκόν-τρας περίπου 300.000 Αλβανοί.

    Ασφαλώς, η πρωτοφανής αυτή γενοκτονία και ο αυξανόμενος κίνδυνος, που απειλούσε όλη την Αλβανία, θα προκαλούσε βαθύ μίσος και θα ξεσήκωνε όλη τη χώρα για να αντιμετωπίσει και τον οσμανλή, αλλά και τον πιό άγριο από τον Οσμανλή εχθρό, τον «σκγιά»,1 όπως χαρακτήριζε τότε ο λαός τους σέρβους καταχτητές. Ο φημισμένος Αλβανικός Σύνδεσμος της Πρισρέν ιδρύθηκε και ανάπτυξε την αθάνατη ιστορική δράση του, σ' αυτή ακριβώς τη βαριά περίοδο, έχοντας σαν σκοπό και τον αγώνα για την κατάχτηση της λευτεριάς και της ανεξαρτησίας, και τον αγώνα για την υπερά-

    1. Χαρακτηρισμός που ο πληθυσμός της Κοσόβας και των άλλων αλβανικών περιοχών στη Γιουγκοσλα

    βία, δίνει στους σέρβους, μαυροβούνιους και άλλους σωβινιστές για να εκφράσει το μίσος ενάντια στην

    καταπιεστική και εκμεταλλευτική πολιτική τους πού ασκούν σε βάρος του.

    4

  • σπιση της εθνικής εδαφικής ακεραιότητας, για την υπεράσπιση του απαράγραπτου δικαιώματος ενός λαού που απειλούνταν με αφανισμό.

    Οι πατριώτες και ο αλβανικός λαός έκαμαν το παν για την αποσόβηση του από Βορρά κινδύνου! Ήταν έτοιμοι να λησμονήσουν όλο το παρελθόν και ουδέποτε παρέλειψαν να κάνουν μηνύματα για φιλία και καλή γειτονεία με τους αδελφούς λαούς της Σερβίας, του Μαυροβουνίου, της Μακεδονίας κ.ά.

    Είναι όμως γεγονός πως η δίψα των σωβινιστών, των βασιλιάδων και των κνιάζ των γειτονικών χωρών δεν είχε όρια πράγμα που έκαμε τον από Βορρά κίνδυνο να είναι όλο και πιο ασυγκράτητος, πιο αντιαλβανικός. Υποστηριχτής τους στάθηκε η πιό μαύρη ευρωπαϊκή αντίδραση. Στη συνείδηση του φυλελεύθερου αλβανού, η Σερβία, με την πολιτική που ακολουθούσε, έγινε σύμβολο του πιο άσπονδου εχθρού.

    Πολύ αίμα χύθηκε και από τις δυό πλευρές, στα βουνά και στους κάμπους μας άφησαν τα κόκκαλά τους χιλιάδες και χυλιάδες Σέρβοι, Μαυροβούνιοι και άλλοι και αυτονόητο είναι ότι πάνω σ' αυτό το αίμα που χύθηκε δε μπορούσε να φυτρώσει το λουλούδι της φιλίας, αλλά θα φύτρωνε και θα μεγάλωνε το αγκάθι του μίσους και της έχθρας. Δεν ήταν όμως οι Αλβανοί αυτοί που έχυσαν το αίμα στα εδάφη της Σερβίας ή του Μαυροβουνίου, δεν ήταν οι Αλβανοί αυτοί που ξεχύνονταν με φωτιά και σίδερο ενάντια στις γειτονικές χώρες και λαούς. Το αντίθετο συνέβαινε. Οι Αλβανοί υπεράσπιζαν το πάτριο έδαφος, τα παιδιά και τις γυναίκες τους, τις εστίες και το νοικοκυριό τους.

    Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι το 1912, όταν τη μεγάλη νίκη —την Ανεξαρτησία της Αλβανίας την ακολούθησε γρήγορα μία από τις μεγαλύτερες αδικίες αυτού του αιώνα την Ευρώπη: Η Αλβανία διχοτομήθηκε— η Κοσόβα και άλλες αλβανικές περιοχές προσαρτήθηκαν βίαια στη Γιουγκοσλαβία. Να διχοτομήσεις τον κορμό μιας χώρας και ενός λαού και το μισό να το προσκολλήσεις τεχνητά σ' ένα άλλο δημιούργημα, μια τέτοια πράξη δε μπορούσε ασφαλώς να χρησιμεύσει σαν «γέφυρα συμφιλίωσης», «φιλίας», «συναδέλφωσης».

    Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, η αντιαλβανική πολιτική των Καραγιώγεβιτς και όλης της ασύστολης μεγαλοσέρβικης αντίδρασης σ' όλες τις μορφές της και κατευθύνσεις εντάθηκε και μετά το 1912-1913. Η πολιτική της εξόντωσης, της διάκρισης και του εθνικού αφανισμού του αλβανικού πληθυσμού, που βρίσκονταν κάτω από τη σέρβικη κατοχή, ακολουθήθηκε από τα μυστικά σχέδια για την προσάρτηση και άλλων περιοχών της Αλβανίας. Το μυστικό Σύμφωνο του Λονδίνου του 1915, που δυό χρόνια αργότερα το αποκάλυψε και το κατάγγειλε ο μεγάλος Λένιν, αποτελεί μια άλλη απόδειξη της συνεχούς κακόφημης αντιαλβανικής πολιτικής όχι μόνο των Μεγάλων αντιδραστικών Δυνάμεων της εποχής εκείνης, αλλά και του τότε γιουγκοσλάβικου κράτους, γέννημα του ιμπεριαλισμού. Την αναίδεια του μεγαλοσέρβικου σωβινισμού δεν τη σταμάτησε ούτε η δημόσια καταγγελία του ληστρικού αυτού Συμφώνου. Λίγο αργότερα η Γιουγκοσλαβία επικύρωσε και πάλι ντε γιούρε τα «δικαιώματά» της στα κατεχόμενα αλβανικά εδάφη και άρχισε με μεγαλύτερη σπουδή το έργο της για τον αφανισμό του αλβανικού πληθυσμού που είχε βάλει κάτω από την κατοχή της.

    Προσπαθούσε συγχρόνως να βρει νέους δρόμους για την πραγματοποίηση του παλιού ονείρου της για την καταβρόχθιση όλης της Αλβανίας. Ήταν ακριβώς οι σέρβοι βασιλιάδες αυτοί που υποστήριξαν το Ζώγου που έφυγε από την Αλβανία τον Ιούνη του 1924, αυτοί του πρόσφεραν άσυλο, του βρήκαν μισθοφόρους, του εξασφάλισαν οπλισμό και δυνάμεις και δημιούργησαν σ' αυτόν όλες τις συνθήκες ώστε ο μελλοντικός σατράπης να πραγματοποιήσει τη αντεπανάσταση στην Αλβανία, το Δεκέμ-

    5

  • βρη του 1924. Σαν αντάλλαγμα ο Ζώγου χάρισε στους Σέρβους και άλλα αλβανικά εδάφη όπως το Βερμός και το Σεν Ναούμ θαι αργότερα θα τους έδινε ασφαλώς όλη την Αλβανία, αν το μεγάλο παιγνίδι των Μεγάλων δεν έριχνε οριστικά το βασιλιά ανδρείκελο στην αγκαλιά της φασιστικής Ιταλίας και να έμπαζε τη χώρα στο δρόμο της ιταλικής φασιστικής αποικιοποίησης.

    Αλλά και ύστερα απ' αυτά τα όσα διαπράχτηκαν σε βάρος του αλβανικού κράτους από τις αντιδραστικές κυβερνήσεις της Γιουγκοσλαβίας που κυριαρχούνταν από τη Σερβία, ήταν μια ολόκληρη πικρή, φανερή και καμουφλαρισμένη ιστορία.

    Όταν οι σέρβικες αντιδραστικές κυβερνήσεις είδαν που το χαρτί του Ζώγου το έβαλαν στα χέρια τους άλλοι, κινητοποίησαν τους πράχτορές τους στην Αλβανία καθώς και τους αλβανούς αντιδραστικούς πολιτικούς φυγάδες στη Γιουγκοσλαβία και κατέβαλαν κάθε προσπάθεια να δημιουργήσουν στο αλβανικό βασίλειο εκρηκτική κατάσταση, και με το πρόσχημα μιας «εξέγερσης» κατά της ζωγικής τυραννίας, να απο-τανθούν για βοήθεια στους ίδιους σέρβικους κύκλους που πριν από χρόνια είχαν φέρει το Ζώγου στην εξουσία.

    Οι σωβινιστικοί αυτοί κύκλοι έτοιμοι πάντα για μια επέμβαση «βοήθειας», εκπαίδευαν και διατηρούσαν σε επιφυλακή ολόκληρα συντάγματα κοντά στα σύνορα με την Αλβανία. Για εμπροστοφυλακή σ' αυτά τα συντάγματα μάζεψαν μισθοφόρους του σκοινιού και του παλουκιού, Γιουγκοσλάβους και μη Γιουγκοσλάβους, οι οποίοι στολισμένοι με όλη την εθνική αλβανική αρματωσιά, στην κατάλληλη στιγμή θα εξορμούσαν πρώτοι προς τα σύνορα. Είναι γεγονός όμως ότι τα σχέδια αυτά, όλο με την αρμάτα τους και με. όλη την αρματοσιά τους έμειναν στο χαρτί. Αυτό συνέβηκε όχι μόνο επειδή η φασιστική Ιταλία και η διεθνής αντίδραση, που βρίσκονταν πίσω απ' αυτή, για τα δικά της συμφέροντα, δε θα άφηναν, όπως δεν άφησαν, το αλβανικό μήλο να σβήσει τη δίψα των μεγαλοσέρβων, αλλά και επειδή η γιουγκοσλάβικη κατασκοπεία και προπαγάνδα στην Αλβανία μπορούσε να βρει έδαφος μόνο σε μερικά εκφυλισμένα και χωρίς καμιά επιρροή στοιχεία, αλλά όχι στα πλατιά στρώματα και, πόσο μάλλον στο λαό. Για τις θηριωδίες που είχε διαπράξει, η Σερβία είχε μετατραπεί από καιρό σε συνώνυμο του κακού στη συνείδηση του Αλβανού.

    Η πολιτική του εθνικού αφανισμού που ακολουθούσαν οι μεγαλοσέρβοι σε βάρος της Κοσόβας και του αλβανικού πληθυσμού στο Μαυροβούνιο και στη Μακεδονία, έκανε πιο βαθύ το μίσος και καθιστούσε πιο αδύνατη οποιαδήποτε πιθανότητα συμφιλίωσης. Από το 1913 και δω το σωβινιστικό καθεστώς της μεγαλοσέρβικης αστικής τάξης χρησιμοποιούσε τα πιο απάνθρωπα πολιτικά, οικονομικά, ιδεολογικά και στρατιωτικά μέσα και μέθοδες για τον εθνικό αφανισμό και τον εκσλαβισμό των προσαρτημένων αλβανικών εδαφών. Μόνο κατά την περίοδο 1913-1927, στην Κοσό-βα και στις άλλες αλβανικές περιοχές στη Γιουγκοσλαβία, με τον περιβόητο «εθνικό αφανισμό μέσω της φυσικής εξόντωσης» σκοτώθηκαν πάνω από 200.000 Αλβανοί, φυλακίστηκαν δεκάδες χιλιάδες άλλοι, ξεκληρίστηκαν ολόκληρα αλβανικά χωριά. Ο φασισμός που ζωντάνευε τότε στην Ευρώπη, εύρισκε τους μεγαλοσέρβους αντάξιο πρόδρομο και συνεργάτη. Ο Στογιαντίνοβιτς της Σερβίας προετοίμασε με το Μουσ-σολίνι το σχέδιο για το μοίρασμα της Αλβανίας.1.

    Ωστόσο και οι βάρβαρες μαζικές εξοντώσεις, που συνοδεύονταν και από άλλα βάρβαρα μέσα, όπως ήταν «η απεθνικοποίηση μέσω της εποικιστικής αγροτικής με-

    1. Πρόκειται για τα παζαρέματα του υπουργού Εξωτερικών της φασιστικής Ιταλίας, Τσιάνο, με τον πρω

    θυπουργό του γιουγκοσλάβικου βασιλείου Στογιαντίνοβιτς, που στις διμερείς συνομυλίες στα χρόνια

    1937-1939 εξύφαναν σχέδια για το διαμελισμό και την κατάληψη της Αλβανίας.

    6

  • ταρρύθμισης»,1 «η απεθνικοποίηση μέσω της εκτόπισης»2 κλπ, κλπ., δεν έφεραν στους μεγαλοσέρβους τα επιθυμητά αποτελέσματα. Στην Κοσόβα και στις άλλες περιοχές, παρά το μπαρούτι και η φωτιά, το αλβανικό εθνικό αίσθημα όχι μόνο δεν έσβηνε, αλλά το χειρότερο για τους μεγαλοσέρβους ήταν ότι και ο αριθμός του αλβανικού πληθυσμού στα εδάφη του είχε αυξηθεί περισσότερο σε αναλογία με την αύξηση του σέρβο-μαυροβούνιου στοιχείου σ' αυτές τις περιοχές.

    Ακόρεστοι στις θηριωδίες τους και μανιασμένοι από το περήφανο σύνθημα των Αλβανών: «Πεθαίνουμε αλλά δεν αφήνουμε τον τόπο μας», οι μεγαλοσέρβοι έβαλαν σε ενέργεια την «επιστήμη» της εξόντωσης, την ιδεολογία και τα μέσα των πογκρόμ. Σ' αυτή ακριβώς την περίοδο χρονολογούνται και οι απάνθρωπες πράξεις των στιγματισμένων μεγαλοσέρβων τύπου Βάσο Τσουμπρίλοβιτς, Ατανάσιε Ουροσεβίκι και άλλων παρόμοιων τεράτων της λεγόμενης Σέρβικη Λέσχη Κουλτούρας στο Βελιγράδι, άθλιο δημιούργημα της σέρβικης αντιδραστικής αστικής τάξης στα χρόνια 1937 -1939 και που δυστυχώς, όπως θα μαθαίναμε πολύ αργότερα, αυτοί οι ίδιοι ήταν και οι πρόδρομοι των ιδρυμάτων της ίδιας πλατφόρμας στη Γιουγκοσλαβία της περιόδου 1945 και δω. Δεν είναι εδώ ούτε ο τόπος, ούτε ο σκοπός των σημειώσεων μου, να επεκταθώ στα γράμματα και στις εξοντωτικές θεωρίες αυτών των νεομαλθουσιανών, τους οποίους αργότερα το καθεστώς του Τίτο θα τους φύλαγε και θα τους ανέβαζε ως την κορυφή των επιστημονικών ιδρυμάτων της «σοσιαλιστικής» Γιουγκοσλαβίας. Θέλω μόνο να τονίσω ότι αυτά που έχουν γράψει έφεραν μια ακόμα ανυπολόγιστη ζημιά στον αλβανικό πληθυσμό βαθαίνοντας ακόμα περισσότερο την άβυσσο του μίσους και της έχθρας που χώριζαν από δεκάδες χρόνια τον αλβανικό λαό από τη μιά μεριά, και τους Σέρβους, τους Μαυροβούνιους και τους άλλους λαούς από την άλλη.

    Η αλήθεια είναι ότι τότε εμείς δεν ξέραμε τίποτε γι' αυτά τα «επιστημονικά έργα» και «πλατφόρμες» ούτε είχαμε άκουσα για τους αυτουργούς που τα είχαν επεξεργαστεί και εγκρίνει, αλλά βλέπαμε και ακούγαμε με οδύνη την εφαρμογή τους στην πράξη. Στις γραμμές των κομμουνιστικών μας ομάδων συμμετείχαν τότε και αρκετοί σύντροφοι από την Κοσόβα. Ήταν παιδιά εκτοπισμένων οικογενειών, ή άλλοι που είχαν κατορθώσει μόνοι τους να φύγουν κρυφά από την Κοσόβα και να 'ρθουν στη μητέρα Αλβανία για να αποφύγουν τις διώξεις των μεγαλοσέρβων, για να συνεχίσουν κάποιο σχολείο, ή να βρουν κάποια δουλειά. Η εικόνα μας για τις σχέσεις ανάμεσα στους λαούς μας γενικά και, για την κατάσταση στην Κοσόβα ιδιαίτερα, γίνονταν πληρέστερη με τα ανατριχιαστικά γεγονότα και αφηγήσεις που μας έκαναν οι σύντροφοι.

    Έτσι μας βρήκε το 1941, όταν σ' όλη τη χώρα συνεχίζονταν η αντίσταση του λαού μας ενάντια στους φασίστες καταχτητές και μπροστά μας έμπαινε η επιτακτική αναγκαιότητα της ίδρυσης του Κομμουνιστικού Κόμματος Αλβανίας.

    1. Σύμφωνα με ντοκουμέντα και μη πλήρη στατιστικά στοιχεία, στην περίοδο μεταξύ των δυό παγκο

    σμίων πολέμων 1919-1941, μέσω της εποίκισης, στην Κοσόβα εγκαταστάθηκαν πάνω από 58.000 σέρβοι

    και μαυρουβούνιοι έποικοι και δημιουργήθηκαν περισσότερο από 370 χωριά εποίκων (Σύμφωνα με το

    επιστημονικό περιοδικό "Περπαρίμι" αριθ. 4 και 5, 1970, αριθ. 10, 1971 και "Αλβανολσγικές έρευνες" που

    εκδόθηκαν στην Πριστίνα το 1972).

    Επίσης, σύμφωνα με εκθέσεις του Ανώτατου Διευθυντηρίου της Γιουγκοσλάβικης Μεταρρύθμισης,

    στην περίοδο 1920-1940, μόνον σε μερικές επαρχίες της Κοσόβας και της Μακεδονίας πάρθηκαν από

    τους Αλβανούς και δόθηκαν σε εποίκους, υπαλλήλους, τζανταρμάδες, τσετνίκους κ.ά. 381.245 εκτάρια

    γης.

    2. Στην περίοδο 1913-1941, σαν συνέπεια της μεγαλοσέρβικης κυριαρχίας και τρομοκρατίας, εκδιώχτη

    καν βίαια από την Κοσόβα και άλλες αλβανικές περιοχές στη Γιουγκοσλαβία περίπου 500 χιλιάδες Αλ

    βανοί (οι περισσότεροι στην Τουρκία, άλλοι στην Αλβανία και σε άλλες χώρες).

    7

  • Είναι αυτονόητο ότι σ' αυτή την κατάσταση να ζητούσες σύνδεση με το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας, δεν ήταν πράγμα απλό και εύκολο. Για μας τους κομμουνιστές το πρόβλημα ήταν ξεκάθαρο. Κατ' αρχήν, με κανένα τρόπο δε μπορούσαμε να συνδέαμε τον κομμουνισμό με το σωβινισμό και ούτε το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας με την σωβινιστική και αντιδραστική πολιτική της γιουγκοσλάβικης κυβέρνησης έναντι της Αλβανίας.

    Η αλήθεια είναι ότι εγώ, καθώς και ο Βασίλ Σιάντο, ο Κεμάλ Στάφα και, ύστερα από πολλούς δισταγμούς και ο Κώτσιο Τάσκο, που ήμασταν από τους πρώτους στην πρωτοβουλία να έρθουμε σ' επαφή με το ΚΚΓ, γνωρίζαμε πολύ λίγα για να μη πούμε τίποτε, σχετικά με τη ζωή, τη δράση και την κατάσταση σ' αυτό το κόμμα. Είχαμε ακούσει πως είχε ιδρυθεί ύστερα από τη Σοσιαλιστική Επανάσταση του Οχτώβρη, ότι στα 10-15 πρώτα χρόνια της ζωής του είχε περάσει από σειρά περιπέτειες, φαγωμάρες και φράξιες, ότι διάφορα στελέχη του, από καιρό σε καιρό, είχαν χτυπηθεί από την Κομιντέρν για αντιμαρξιστική, τροτσκιστική και εθνικιστική στάση και γραμμή κ.ά., ότι τα τελευταία χρόνια είχε αναδιοργανωθεί και λέγανε πως ακολουθούσε σωστή γραμμή. Δε γνωρίζαμε κανέναν από τους ηγέτες του, μάλιστα ούτε είχαμε ακούσει ποιοί ήταν και ποιά τα ονόματα τους, το γεγονός όμως ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας ήταν μέλος της Κομιντέρν, το γεγονός που είχε εκφραστεί για ανοιχτό αγώνα ενάντια στο φασιστικό κίνδυνο και ύστερα από τον Απρίλη του 1941, όταν συνθηκολόγησε το γιουγκοσλάβικο βασίλειο, το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε ρίξει το σύνθημα να ξεσηκωθούν γύρω του όλοι οι λαοί της Γιουγκοσλαβίας στον αγώνα ενάντια στη ναζιφασιστική κατοχή, μας ωθούσε να συνδεθούμε μ' αυτό, σαν μ' ένα αδερφό κόμμα που αγωνίζονταν για τη μεγάλη εκείνη υπόθεση, που ήταν και δική μας υπόθεση.

    Σαν κομμουνιστές σκεφτόμασταν και πιστεύαμε ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας, εφ' όσον ξεσηκώνονταν σε αγώνα γιά μια καινούργια Γιουγκοσλαβία, θα αποτίναζε και θα απαλλάσσονταν οριστικά και απ' όλη τη σαβούρα της παλιάς Γιουγκοσλαβίας, δηλαδή, και από το σωβινισμό της, και τον παλιό, άγριο και ξετσί-πωτο αντιαλβανισμό της. Γι' αυτό το λόγο τη σύνδεση με το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας τη θεωρούσαμε σωστή και ώριμη ενέργεια εκ μέρους μας. Έτσι σκεφτόμασταν και σωστά σκεφτόμασταν.

    Αλλά, όπως είπα, αυτό αφορούσε εμάς, τους κομμουνιστές. Θα μας κατανοούσε άραγε ο λαός σ' αυτή τη σκέψη και την επιδίωξη μας; Θα μας ακολουθούσε δηλαδή, σ' αυτή την ενέργεια που θα προβαίναμε; Έπρεπε να απορριφτούν ολόκληρα βάρη που είχαν συσσωρευτεί από δεκάδες και δεκάδες χρόνια που, όπως ανάφερα πιό πάνω, δεν είχαν επισωρευτεί απλώς από λόγια και δηλώσεις, αλλά από ποτάμια αίματος που χύθηκε, από καταστραμμένα χωριά και πόλεις, από γιους και θυγατέρες που χαλάστηκαν στο άνθος της νιότης τους, από μανάδες χαροκαμένες, από Αλβανούς χτυπημένους ως το κόκκαλο στα βαθιά αισθήματα της αγάπης για λευτεριά, της φιλοπατρίας. Τώρα θα τους λέγαμε: Εμείς, οι αλβανοί κομμουνιστές, θα δημιουργήσουμε στενούς δεσμούς, αδερφικούς με το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας με το κόμμα εκείνο στις γραμμές του οποίου αγωνίζονται Σέρβοι, Μαυροβούνιοι, Μακεδόνες, Κροάτες, Βόσνιοι κ.ά.

    Απ' όσα αναφέραμε πιό πάνω εννοείται γιατί ο Αλβανός έβλεπε το Σέρβο με δυσπιστία. Εμείς όμως ήμασταν αποφασισμένοι να κάναμε αυτό το διάβημα γιατί σκεφτήκαμε πως έτσι ήταν καλό να γίνει. Αν αρχικά, οι άνθρωποι μας δε θα μας καταλάβαιναν, γρήγορα θα πείθονταν και θα μας κατανοούσαν.

    8

  • Τους δεσμούς με το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας τους βλέπαμε φυσικούς, δεσμούς μεταξύ κομμουνιστών, μεταξύ αδερφών με κοινά ιδανικά. Μ' αυτούς θα ανταλλάσαμε πείρα και θα αλληλοβοηθούμασταν στον ιερό αγώνα για τη λευτεριά και την ανεξαρτησία των χωρών μας, μαζί τους θα λύναμε ορθά, με βάση το μαρξισμό-λενινισμό, ό,τι το άσχημο είχε αφήσει η ιστορία στις σχέσεις μεταξύ των λαών μας. Οι λαοί ασφαλώς είναι φιλελεύθεροι. Ιδιαίτερα ο λαός μας ποτέ δεν έγινε φόρτωμα στους άλλους και έχει εκτιμήσει τα παλληκάρια και τους λαούς που αγωνίστηκαν ενάντια στους κατα-χτητές. Τώρα οι λαοί της Γιουγκοσλαβίας αγωνίζονταν ενάντια στον ίδιο εχθρό, στους ξένους ναζιφασίστες και τους ντόπιους αντιδραστικούς. Γι' αυτό ήμασταν πεπεισμένοι πως ο εξαίρετος λαός μας θα μας κατανοούσε και θα μας υποστήριζε. Έτσι με την πράξη που αναλαμβάναμε, θα κάναμε το πρώτο βήμα όχι μόνο να παραμεριστεί κάθε ενδεχόμενο εμπόδιο στην κινητοποίηση των λαών των αντίστοιχων χωρών στον αγώνα για απελευθέρωση, αλλά κάναμε και το πρώτο και πραγματικό μεγάλο βήμα και για τη διευθέτηση των ιστορικών αδικιών και για την απόρριψη του βάρους των εχθροτήτων που είχαν επισωρευτεί στο παρελθόν.

    Εμείς αναλάβαμε να φωτίσουμε τον αλβανικό λαό, να του λέγαμε ανοιχτά τη γνώμη μας, όπως και πράξαμε. Ο λαός μας κατανόησε, ο θαυμάσιος λαός μας που τα μάτια του ποτέ δε θόλωσαν από τις αρρωστιάρικες αρχές του σωβινισμού. Πιστεύαμε, ήμασταν μάλιστα βέβαιοι, ότι την ίδια σκέψη και κρίση είχαν και οι γιουγκοσλάβοι σύντροφοι. Γι αυτό αποφασίσαμε να συνδεθούμε μ' αυτούς. Ο χρόνος θα απόδειχνε κατά πόσον αυτοί ήταν πραγματικά μαρξιστές-λενινιστές, κατά πόσον θα εφάρμοζαν στη ζωή αυτά που δήλωναν αφειδόλευτα.

    Αποφασίζοντας να ενεργήσουμε τότε για σύνδεση με το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας, εκτός των άλλων, είχαμε να αντιμετωπίσουμε και μια πολύ μεγάλη και πολύ σοβαρή δυσκολία. Κάτω από τη μπότα του φασισμού και για τα συμφέροντα του φασισμού είχε «πραγματοποιηθεί» η ιδέα που διακηρύσσονταν θορυβώδικα σαν «απελευθέρωση των αλβανικών εδαφών από το σέρβικο ζυγό», η δημιουργία της «μεγάλης Αλβανίας». Δε μπορεί να αποκρύβει ότι η δημαγωγία αυτή είχε ζάλισα πολλούς ανθρώπους στην Κοσόβα και παραπλάνησε και μερικούς στην Αλβανία, που θεωρούσαν τον εαυτό τους εθνικιστή.

    Φυσικά, εμείς δε θα πέφταμε και δεν πέσαμε σ' αυτή τη φάρσα του φασισμού, γι' αυτό το είπαμε στο λαό καθαρά και ξάστερα: Εμείς δεν πρέπα να ξεγελαστούμε από την «απελευθέρωση» και την προπαγάνδα αυτού του καταχτητή που παρίστανα τον «απελευθερωτή»!, αλλά που στην πραγματικότητα έχα υποδούλωσα όλη την Αλβανία. Τα ζητήματα μας, μικρά ή μεγάλα, δεν περιμένουμε καν να τα λύσα ο πιό άγριος εχθρός της λευτεριάς και της ανεξαρτησίας των λαών, ο ναζιφασισμός, τίποτε το καλό δε μπορεί να περιμένουμε απ' αυτόν το φασισμό που μας έβαλε στα πλοκάμια της πιο μαύρης σκλαβιάς, απ' αυτόν που σκότωνα και σφάζα τα καλύτερα παιδιά του λαού, απ' αυτή την πανούκλα που έχα βάλα σαν σκοπό της να κατάστρεψα την ανθρωπότητα. Αναρήνευτη πάλη παντού και σε κάθε στιγμή — αυτό είναι το επιτακτικό μας καθήκον.

    Όλα αυτά και άλλα τέτοια τα συζητήσαμε εκείνες τις μέρες του καλοκαιριού του 1941, όταν αποφασίσαμε να έρθουμε σε διεθνιστικούς δεσμούς με το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας. Πιστεύαμε πως έτσι προσφέρουμε τη συμβολή που έπρεπε στην υπόθεση του μεγάλου αγώνα ενάντια στο φασισμό και στην πραγματοποίηση, παράλληλα με τον απελευθερωτικό αγώνα, και της κοινωνικής επανάστασης, της επανάστασης που θα έλυνε το καθετί.

    9

  • Αυτό σκεφτόμασταν από μέρους μας και αυτό αποφασίσαμε να κάνουμε, αναλαμβάνοντας έτσι μια ενέργεια, αντάξια για πραγματικούς και ώριμους κομμουνιστές, για κομμουνιστές με ξάστερο νοο και καθαρή καρδιά.

    Την πράξη, τη ζωή, τον αγώνα τα είχαμε μπροστά. Τι θα μας έδειχνε η εξέλιξη τους;

    Η αλήθεια είναι ότι η αχαρχή της σύνδεσης μας με το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας ήταν αρχή χαρούμενη και ευοίωνη. Όπως θα μιλήσω λεπτομερειακά πιό κάτω, αυτό σχετίζονταν με όλη εκείνη την περίοδο όταν ανάμεσα μας βρίσκονταν ο διεθνιστής κομμουνιστής, Μιλαντίν Πόποβιτς, ιδιαίτερα με την περίοδο που δεν είχαν αρχίσει ακόμα να έρχονται στην Αλβανία οι απεσταλμένοι του Τίτο. Αρχίζοντας όμως από το Μάρτη του 1943, όταν ο πρώτος απεσταλμένος του Τίτο, Μπλάζο Γιο-βάνοβιτς, θα αμολούσε την πρώτη παράλογη αντιμαρξιστική αξίωση προς το Κόμμα μας και, αργότερα επί 5-6 χρόνια συνέχεια βήμα προς βήμα θα ερχόμασταν σε διένεξη με τους ανθρώπους του Τίτο, σε σύγκρουση, θα εναντιωνόμασταν και θα μας εναν-τιώνονταν. Ήταν 5-6 χρόνια αμοιβαίας γνωριμίας, γνωριμία που πέρασε μέσα από σκληρή πάλη, εξαιρετικά δύσκολη και περίπλοκη, μέσα από πάλη γεμάτη δολοπλοκίες και συνωμοσίες σκαρωμένες από τη γιουγκοσλάβικη ηγεσία, για να μας υποτάξει και να μας μετατρέψει σε πειθήνια όργανα της.

    Ό λ α τα γεγονότα και τα ντοκουμέντα επιβεβαιώνουν ότι οι ηγέτες του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας με τον Τίτο επικεφαλής, είχαν κάνει σχέδια γιά να υποτάξουν το Κομμουνιστικό Κόμμα Αλβανίας, να το έβαζαν κάτω από την άμεση διεύθυνση τους και, σαν επόμενο, ο Εθνικοαπελευθερωτικός μας Αγώνας να ήταν ουρά του αγώνα τους. Με την απελευθέρωση της Αλβανίας αυτοί σκέφτονταν και είχαν προγραμματίσει να είχαν παντού τους ανθρώπους τους και με την Αλβανία να ενεργούσαν όπως ήθελαν σε κάθε κατεύθυνση, πολιτικά, οικονομικά, στρατιωτικά, οργανωτικά και σε διεθνές πλάνο. Ασφαλώς όλη αυτή η δράση καλύπτονταν με το μανδύα των κοινών σκοπών του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα ενάντια στους καταχτητές, υπό την καθοδήγηση των δυό κομμουνιστικών κομμάτων, που ήταν νύχι και κρέας με τη Σοβιετική Ένωση, με το Μπολσεβίκικο Κόμμα και με το Στάλιν.

    Οι Γιουγκοσλάβοι ήταν τόσο υπεροπτικοί και είχαν δημιουργήσει για τον εαυτό τους και για τον αγώνα τους μιά μεγαλομανή ιδέα που τους έκανε να υποτιμούν τον αγώνα μας μέχρι του σημείου να νομίζουν ότι χωρίς αυτούς δε θα υπήρχε κομμουνιστικό κόμμα στην Αλβανία και δε θα υπήρχε εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας. Η μεγαλομανία αυτή έκανε τη γιουγκοσλάβικη ηγεσία να ελαχιστοποιεί τον αγώνα μας και να μη ενδιαφέρεται να ενημερωθεί και να μελετήσει ρεαλιστικά τις αντικειμενικές μας συνθήκες, την κοινωνική, οικονομική κατάσταση, την πάλη των τάξεων, τις βάσης της εξουσίας, το ένδοξο επαναστατικό παρελθόν του αλβανικού λαού. Αυτή απέφευγε μια τέτοια ανάλυση και λόγω των μακραίωνων αντιαλβανικών αισθημάτων και σκοπών των Σέρβων και γενικά του πανσλαβικού επεχτατισμού. Την ίδια στάση η γιουγκοσλάβικη ηγεσία τήρησε και απέναντι στους Αλβανούς της Κοσόβας, τους οποίους όχι μόνο δεν τους βοήθησε να πάρουν μέρος όπως έπρεπε στον αγώνα ενάντια στους καταχτητές, αλλά και υπονόμευσε τον αγώνα τους, πάντα τρομοκρατούσε, σκότωνε και βασάνιζε αυτούς.

    Όλοι οι άνθρωποι που μας έστελνε ο Τίτο και η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας δήθεν για βοήθηα και ανταλλαγή πείρας, έρχονταν με προμελετημένα σχέδια, με «οδηγίες» που μας υπαγόρευαν και εμείς έπρεπε να τις

    10

  • εφαρμόζαμε, έρχονταν σαν «τσιράκια» σαν «μάστορες της επανάστασης και του εθνα-κοαπελευθερωτικού αγώνα». Η μεγαλομανία και η αυθάδειά τους δεν είχαν όρια, αρχίζοντας από τους Μπλάζο Γιοβάνοβιτς, Βουκμάνοβιτς Τέμπο, Ντουσάν Μουγκόσα, Βελιμίρ Στόινιτς, Νιάζ Ντιζντάρεβιτς και μέχρι τους Γιόσιπ Γκέργκια, Σάβο Ζλάτιτς, Σεργκέι Κράιγκερ, το στρατηγό Κουπρεσάνιν και άλλους, που ήρθαν μετά την Απελευθέρωση.

    Με όλους αυτούς τους ανθρώπους, σε πολλά ζητήματα αρχών ήμασταν αντίθετοι και είχαμε διαμάχες από τις πρώτες επαφές μαζί τους. Εννοείται ότι, από μέρους μας, αυτό γίνονταν για ζητήματα δουλειάς και κατά τρόπο συντροφικό, επειδή κρίναμε άδικες και ανεδαφικές για μας πολλές σκέψεις και εκτιμήσεις τους για την κατάσταση του στρατού, την οργάνωση του Κόμματος και την πολιτική του απέναντι στο Μέτωπο κλπ. Αυτοί όμως μας μισούσαν και, όπως προέκυψε ξεκάθαρα από τη δράση τους, μελετούσαν εδώ τους ανθρώπους που θα ήταν πιό κατάλληλοι να εξυπηρετήσουν την πραγματοποίηση των επιδιώξεων τους. Επομένως, η γιουγκοσλάβικη ηγεσία δούλευε από καιρό και είχε αποφασίσει να εκκαθάριζε από τις γραμμές της ηγεσίας μας οποιονδήποτε που αντιτάσσονταν στα σχέδια της, με σκοπό να είχε το δρόμο ανοιχτό.

    Προπαντός ύστερα από τη 2-η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚ Αλβανίας στο Μπερά-τι, το Νοέμβρη του 1944, και σ' όλη την περίοδο απ' την Απελευθέρωση και δω, η πάλη και οι αντιμαρξιστικές και αντιαλβανικές τους προσπάθειες έγιναν πιο ανοιχτές και πιο άγριες.

    Γι' αυτούς που δεν την έζησαν, ιδιαίτερα την περίοδο μέχρι το 1948, είναι δύσκολο να φανταστούν και να καταλάβουν καλά εκείνη την εξαιρετικά περίπλοκη πάλη που χρειάστηκε να διεξάγουμε με τους τιτοϊκούς εκείνα τα χρόνια. Έπρεπε να ανακαλύψουμε την ανατρεπτική δράση που ανέπτυσσαν ενάντια μας αυτοί που προσποιούνταν και αυτοπροβάλλονταν σαν φίλοι, οφείλαμε να ανακαλύψουμε τους πραγματικούς, άγριους εχθρούς όχι μόνο του Κόμματος και του λαού μας, αλλά και άσπονδους εχθρούς του μαρξισμού-λενινισμού, της θεωρίας και της πράξης της επανάστασης.

    Μόλις είχαμε μπει στο νέο δρόμο της οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας και, εννοείται, ότι στην κατεύθυνση αυτή δεν είχαμε πείρα. Άθελα, πολύ εύκολα μπορούσες να κάμεις λάθος από άγνοια και οι «φίλοι» ποντάροντας σ' αυτό εσκεμμένα, κακόβουλα, προσφέροντας μας τη «βοήθεια», την «πείρα» τους, προσπαθούσαν μ' όλες τις δυνάμεις τους να μας παραστρατήσουν, να μας μπάσουν σε στραβά και ολέθρια μονοπάτια. Με κόπο, με προσπάθειες και θυσίες εμείς θα αντιμετωπίζαμε, όπως κι αντιμετωπίσαμε, αυτό το κακό.

    Αυτή ήταν η πρώτη σύγκρουση μας με το σύγχρονο ρεβιζιονισμό. Κι εδώ όμως μας έλειπε η πείρα. Ακόμα πιο περίπλοκη έκαμε την πάλη το γεγονός που τους εχθρούς αυτούς τους είχαμε, σα να λέμε, «μέσα στο σπίτι». Προδοθήκαμε άσχημα στην εμπιστοσύνη που τους είχαμε δώσει, στην κομμουνιστική μας τιμιότητα, στην προλεταριακή μας ειλικρίνεια που δείξαμε απέναντι τους. Ο ιστός της τιτοϊκής αράχνης είχε επεχταθεί, λοιπόν, και μέσα στις γραμμές μας. Αυτό που ο Τίτο και οι άνθρωποι του δε μπορούσαν να το κάμουν απ' «έξω», το έκαναν οι πράχτορές τους που τους είχαν προετοιμάσει από καιρό ο Ντουσάν Μουγκόσα, Βουκμάνοβιτς Τέμπο και Βελιμίρ Στόινιτς και τους εξώθησαν σ' επίθεση μέσα στις γραμμές της ανώτερης ηγεσίας μας, στο Πολιτικό μας Γραφείο. Έπρεπε, λοιπόν, να ανακαλύψουμε, να εξακριβώσουμε και να συντρίψουμε την τιτοϊκή συνωμοσία σε συνθήκες πια όχι μόνο έλλειψης ενότητας στην ηγεσία, αλλά και μιας σκληρής πάλης που έδερνε απ' έξω και από μέσα το υγειές σώμα του Κόμματος μας. Ωστόσο κι αυτή τη μάχη τη δώσαμε και την κερδίσαμε.

    11

  • Για μεγάλη τύχη του Κόμματος, της πατρίδας και του σοσιαλισμού στην Αλβανία, η τιτοϊκή συνωμοσία ξεσκεπάστηκε και συντρίφτηκε ακριβώς τότε όταν φαίνονταν πως είχε βάλει στο χέρι της το καθετί. Οι σχέσεις ανάμεσα σε μας και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας ήταν στα μαχαίρια, στο απροχώρητο. Οι επιστολές του Στάλιν προς το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας έριξαν φως πάνω στην αντιμαρξιστική και ρεβιζιονιστική γραμμή και δράση της κλίκας του Τίτο. Πολλά από τα όσα είχε κάμει και έκανε ο Τίτο και συντροφιά σε βάρος του Κόμματος και της χώρας μας, έγιναν τώρα για μας ολοφάνερα. Οι κόποι, οι προσπάθειες, τα λάθη και οι επιτυχίες αυτής της πάλης θα μετατρέπονταν, όπως μετατράπηκαν, σε μεγάλο σχολείο για την ιδεολογική εξύψωση των κομμουνιστών και του λαού μας, σε μια τεράστια πείρα που θα μας χρησίμευε και που μας χρησίμευσε στις καινούργιες μάχες που θα μας επιβάλλονταν στο μέλλον και ως τις μέρες μας, καίγοντας και τα τελευταία χαρτιά που φύλαγε για καλό και για κακό η γιουγκοσλάβικη κατασκοπεία.

    Πως και με ποιό τρόπο διεξήχτηκε από το Κόμμα μας η μεγάλη και σκληρή αυτή πάλη για την επισήμανση και το χτύπημα του τιτοϊκού ρεβιζιονισμού, μιλάει μια ολόκληρη ιστορία. Σε πολλά βασικά ντοκουμέντα και υλικά του Κόμματος μας, εκείνης της εποχής και όλης της μετέπειτα περιόδου, έχει ανακαλυφθεί και γενικευτεί όλο το διαλεκτικό προτσές από τις πρώτες επαφές και μέχρι τη στιγμή που κόψαμε μια για πάντα κάθε σύνδεση και σχέση με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας. Εγώ ο ίδιος που, από τις πρώτες στιγμές, πήρα άμεσα μέρος σ' αυτή την πάλη, έχω μελετήσει και ξαναμελετήσει επανευλημμένα εκείνη την περίοδο. Τα διδάγματα που βγάλαμε από αυτή την περίοδο αναμέτρησης και πάλης αρχών, σε ιδεολογικό, πολιτικό, οικονομικό, οργανωτικό, μέχρι και το στρατιωτικό πεδίο, παραμένουν πάντα επίκαιρα και ανεξάντλητα. Το παρελθόν υπηρετεί πάντα το παρόν και το μέλλον. Γι' αυτό επανερχόμαστε στα 6-7 χρόνια της περιόδου όταν εμείς, πίσω «από τον έξοχο ηγέτη Τίτο», ανακαλύψαμε τον στιγματισμένο αποστάτη Τίτο, όταν πίσω από το «διεθνισμό» αυτού και των ανθρώπων του ανακαλύψαμε τον εθνικισμό και τον σωβινισμό, όταν πίσω από τη «φιλία» τους ανακαλύψαμε αλυσίδες μιας νέας σκλαβιάς, όταν πίσω από τον «κομμουνισμό» τους ανακαλύψαμε την αναθεώρηση του μαρξισμού-λενινισμού στη θεωρία και στην πράξη.

    Ύστερα απ' αυτό, την πάλη που από καιρό είχαμε άρχισα ενάντια στους γιουγκοσλάβους ρεβιζιονιστές την αναπτύξαμε και την προωθήσαμε ολοένα και πιό μπροστά και, δε διστάσαμε και δεν υποχωρήσαμε ούτε στα χρόνια της δεκαετίας του '50, όταν ο Χρουστσιόφ και συντροφιά μπήκαν στο δρόμο της προδοσίας και φιλήθηκαν με τον Τίτο, ούτε στα χρόνια της δεκαετίας του '70, όταν ο Μάο Τσε Τούνγκ γονάτισε μπροστά στο γηραλέο αποστάτη του Βελιγραδίου. Εμείς δεν υποχωρήσαμε και δεν διστάσαμε ούτε στα 1981, όταν ύστερα από τα γεγονότα που προκλήθηκαν από την άγρια μεγαλοσέρβικη καταπίεση στην Κοσόβα, οι διάδοχοι του Τίτο, για να αντιμετωπίσουν αυτή την κατάσταση μέσα στη Γιουγκοσλαβία και στην παγκόσμια κοινή γνώμη, σκάρωσαν την τερατώδικη συνωμοσία για να διαταράξουν την κατάσταση στην Αλβανία και να ανατρέψουν την υγιή ηγεσία του Κόμματος μας, αυτό που θέλησαν να κάμουν οι τιτοϊκοί από το Μπεράτι ακόμα στις παραμονές της Απελευθέρωσης της χώρας το Νοέμβρη του 1944.

    Επί 40 περίπου χρόνια οι γιουγκοσλάβοι ρεβιζιονιστές λάθεψαν και απότυχαν στα ανοιχτά σχέδια και στις κρυφές συνωμοσίες σε βάρος της Αλβανίας και ακόμα δε

    12

  • βάζουν μυαλό πως το φρούριο του Κόμματος και της σοσιαλιστικής Αλβανίας δε μπορεί να παρθεί ούτε απ' τα έξω με στρατό, με πιέσεις και προκλήσεις κάθε είδους, ούτε απ' τα μέσα, οποιασδήποτε ολκής κι άν είναι οι πράχτορές τους, που έχουν προετοιμάσει και έχουν κρατήσει εφεδρεία πάνω από 40 χρονιά ή που δανείστηκαν από την CIA, την KGB, την Ιντέλλιτζενς Σέρβις ή από άλλες κατασκοπείες.

    Το Κόμμα μας διεξήγαγε και θα διεξάγει πάντα με συνέπεια την ιδεολογική πάλη ενάντια στους γιουγκοσλάβους ρεβιζιονιστές, επειδή αυτό γνωρίζει καλά το πραγματικό τους πρόσωπο αντιμαρξιστών, σωβινιστών και πεπειραμένων πραχτόρων του ιμπεριαλισμού. Όλη η ιστορία των σχέσεων ανάμεσα στο Κόμμα μας και τη γιουγκοσλάβικη ηγεσία, ήταν και παραμένει ιστορία συνεχών συνωμοσιών της τιτοϊκής κλίκας για την υποταγή του Κόμματος μας, για την εξάλειψη της ανεξαρτησίας της χώρας μας, ιστορία ηρωικής αντίστασης του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας και του λαού μας ενάντια στα σατανικά σχέδια αυτής της κλίκας, ενάντια στις ατέλειωτες απειλές και εκβιασμούς.

    Ακριβώς, σ' αυτή την ιστορία, ιδιαίτερα στην πρώτη της περίοδο, αφιερώνονται και αυτές οι σημειώσεις μου.

    Ιούλης 1982

    13

  • 14

    ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΕΠΑΦΕΣ - ΣΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΥΠΟΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΡΙΒΕΣ

    Η πρώτη επιστολή του Τίτο, επιστολή των «όψιμων συμβουλών» * Η αλήθεια για τον τιτοϊκό ισχυρισμό ότι δήθεν το ΚΚΑ «δημιουργήθηκε από το ΚΚΓ» * Ο Σβέτοζαρ Βουκμάνοβιτς Τέμπο στην Αλβανία: «Έχω κατά νου μου μια ιδέα που πιάνει τη Γιουγκοσλαβία, την Αλβανία, τη Βουλγαρία και την Ελλάδα». Σκληρή διαμάχη με τον Τέμπο το καλοκαίρι του 1943. Ο Κώτσι Τζότζε — πρώτος «νεοσύλλεκτος» του Τέμπο * Ο Τίτο θέλει να διατηρήσει τις κτήσεις της παλιάς Γιουγκοσλαβίας.Το ζήτημα της Ιστορίας και το ζήτημα της Κοσόβας * Η σύσκεψη του Δεκέμβρη 1943 στο Μπου-γιάν * Ο Ντουσάν Μουγκόσα αλωνίζει όλη τη χώρα και αρχίζει να στρατολογεί ανθρώπους στην υπηρεσία των Γιουγκοσλάβων.

    Οι πρώτες επαφές μας με γιουγκοσλάβους κομμουνιστές μιλούσαν για ένα ελπιδοφόρο ξεκίνημα. Το φθινόπωρο του 1941 βρέθηκε ανάμεσα μας ο μαυροβούνιος διε-θνιστής κομμουνιστής Μιλαντίν Πόποβιτς.

    Είχε εκλεχτεί γραμματέας της νεοσύστατης Κομματικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας για την περιοχή της Κοσόβας και το καλοκαίρι του 1941, ύστερα από μια επιχείρηση στη Μιτροβίτσα, πιάστηκε από τους φασίστες και κλείστηκε σ' ένα στρατόπεδο εξορίας στην Αλβανία. Ήταν οι στιγμές που εμείς, οι αντιπρόσωποι των τριών κυριότερων κομμουνιστικών ομάδων στην Αλβανία (της ομάδας της Κορυτσάς, της Σκόντρας και της ομάδας «Των Νέων»), είχαμε ήδη συμφωνήσει κατ' αρχήν για την ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Αλβανίας και μια από τις πρώτες κοινές μαχητικές ενέργειες που είχαμε αναλάβει αυτήν την περίοδο για τη σφυρηλάτηση των δεσμών ανάμεσα στις ομάδες, ήταν και η επιχείρηση για την απελευθέρωση του Μιλαντίν Πόποβιτς1 από τα νύχια του φασισμού. Όπως έχω γράψει λεπτομερειακά στο βιβλίο με απομνημονεύματα «Όταν γεννήθηκε το Κόμμα» την επιχείρηση αυτή πραγματοποιήσαμε με επιτυχία και από τις πρώτες κιόλας στιγμές

    1. Οι αλβανοί κομμουνιστές μόλις έμαθαν ότι ο Μιλαντίν Πόποβιτς βρίσκονταν σ' ένα στρατόπεδο εξο

    ρίας στην Αλβανία, με πρόταση του ίδιου του συντρόφου Ενβέρ Χότζια, αποφάσισαν να τον απελευθερώ

    σουν. «Να απελευθερώσουμε από το στρατόπεδο εξορίας έναν κομμουνιστή και στέλεχος ενός άλλου

    κομμουνιστικού κόμματος — είπα στους συντρόφους», γράφει ο σύντροφος Ενβέρ Χότζια, «είναι διεθνι

    στικό καθήκον απέναντι στο οποίο δεν μπορεί και δεν πρέπει να σταθούμε αδιάφοροι». Για την περίοδο

    μετά την απελευθέρωση του Μιλαντίν από το στρατόπεδο, ο σύντροφος Ενβέρ Χότζια γράφει σχετικά:

    «Ο Μιλαντίν χάρηκε που βρίσκονταν στους κόλπους των αλβανών κομμουνιστών... Εξέφρασε την αγάπη

    και το θαυμασμό του για τον αδελφό αλβανικό λαό... Αυτός ήταν Μαυροβούνιος, αλλά τις αρετές του

    λαού μας τις έκρινε και τις εκτιμούσε σαν κομμουνιστής». (Ενβέρ Χότζια. «Όταν γεννήθηκε το Κόμμα

    (Απομνημονεύματα)», δεύτερη έκδοση, σελ. 118, 124. Τίρανα, 1982).

    I

  • της γνωριμίας με το Μιλαντίν και συνεχώς, είδαμε σ' αυτόν έναν διαμορφωμένο κομμουνιστή με ζωντανό αγωνιστικό πνεύμα, έναν πραγματικό φίλο του Κόμματος και του λαού μας, έτοιμο να δώσει και τη ζωή του για την προώθηση της υπόθεσης μας. Ο Μιλαντίν Πόποβιτς δεν είχε την πείρα ενός ηγέτη υψηλού επιπέδου, δεν του έλειπαν όμως ούτε η αποφασιστικότητα να μαθαίνει, ούτε η προθυμία να λέει το λόγο του με περίσκεψη, με σύνεση, χωρίς καμιά μεγαλομανία ή επέμβαση και τάση επιβολής απέναντι μας. Ασφαλώς, γνωρίζοντας αυτές τις αρετές και άλλα προσόντα του Μιλαντίν Πόποβιτς, μεγάλωσε ο σεβασμός μας γι' αυτόν και κατά συνέπεια έκανε να μεγαλώσει ο σεβασμός μας και προς το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας. Είναι αλήθεια ότι μέχρι το τέλος του 1942, δεν είχαμε γνωρίσει και δεν είχαμε κανένα είδος άμεσης ή έμμεσης επαφής με κανέναν από τους καθοδηγητές του ΚΚΓ, αλλά, όπως είπα, η γνωριμία μας με το Μυλαντίν, μας έκανε πότε πότε να λέμε αναμεταξύ μας: Ποιος ξέρει τι σφυρηλατημένα και έμπειρα στελέχη θα έχει αυτό το Κόμμα, στις γραμμές του οποίου συμμετείχε και αγωνίζονταν ένας τέτοιος κομμουνιστής σαν ο Μιλαντίν Πόποβιτς.

    Σ' αυτή την περίοδο βρίσκονταν εδώ και ο Ντουσάν Μουγκόσα, που τον γνωρίζαμε σχετικά και οι πρώτες μας εντυπώσεις ήταν καλές. Αναμφισβήτητα, ο Ντουσάν δε μπορούσε να συγκριθεί με το Μιλαντίν ούτε από πείρα, ούτε από ωριμότητα και ικανότητες και, ακόμα περισσότερο, για κάποιο οργανωτικό καθοδηγητικό προτέρημα. Γι' αυτά όμως κανένας δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει. Φαίνονταν αποφασιστικός και δραστήριος τύπος και του άρεσε να κατεβαίνει στη βάση, στις διάφορες επαρχίες της χώρας. Μόλις ο Ντουσάν μάθαινε ότι κάποιος από τους συντρόφους της Προσωρινής Κεντρικής Επιτροπής θα πήγαινε σε καμιά περιφέρεια, ζητούσε κι αυτός να πάει μαζί του «για να γνωρίσει τη βάση και να εξασκηθεί στη γλώσσα», όπως μας έλεγε. Στο «χόμπυ» του αυτό δε βλέπαμε τότε τίποτε το κακό, αντίθετα με ευχαρίστηση ικανοποιούσαμε την επιθυμία του. Οι σύντροφοι μας ανέφεραν κάπου κάπου ότι όπου πήγαινε είχε τη μανία να επιδείχνεται, να μιλάει άλλ' αντ' άλλων και σε περιπτώσεις που δεν του έπεφτε ν' ανοίξει το στόμα· στην Αυλώνα, λογουχάρη, μας μπέρδεψε τα εθνικοαπελευθερωτικά συμβούλια με τα σοβιέτ,1 αλλά γι' αυτό δεν είχαμε λόγο, να βάζαμε κακό στο νού μας. «Τόσο του κόβει, τόσο κάνει», σκεφτόμασταν ξεκινώντας από την καλή εντύπωση που είχαμε σχηματίσει γι' αυτόν και προσπαθούσαμε προσεχτικά να φτιάξουμε ό,τι αυτός μας χαλούσε με την τσαπατσουλιά, την σκληροκεφαλιά και το σεχταρισμό του. Αλλά, όπως είπα, αυτός πολύ λίγο καιρό παρέμενε κοντά μας, έτσι που εμείς ανησυχούσαμε περισσότερο, μήπως από απροσεξία του πέσει στα χέρια του εχθρού, παρά από την πλευρά να βάλουμε κακό στο νού μας ότι πίσω από τις συχνά παράξενες πράξεις του κρύβονταν άλλα πράγματα. Κοντολογής, μέχρι το τέλος του 1942 είχαμε τις καλύτερες σκέψεις και εντυπώσεις τόσο για τους δύο γιουγκοσλάβους συντρόφους που βρίσκονταν ανάμεσα μας, ιδιαίτερα για το Μιλαντίν, όσο και για το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας.

    Ακριβώς αυτές τις στιγμές λάβαμε την είδηση ότι είχε μπει στην Αλβανία και σύντομα θα 'ρχονταν κοντά μας ένας απεσταλμένος της ΚΕ του ΚΚΓιουγκοσλαβίας. Το όνομα του δεν το ξέραμε, μας είπαν ωστόσο ότι πρόκειται για ένα στέλεχος που έρ-

    1. Τη στιγμή που η αντίδραση κατηγορούσε το Εθνικοαπελευθερωτικό Κίνημα σαν πουλημένο στους "Κόκκινους", ο Ντουσάν Μουγκόσα, υποστηριζόμενος ένθερμα από το Μεχμέτ Σέχου, έριξε το σύνθημα όπως τα εθνικοαπελευθερωτικά συμβούλια να ονομαστούν «σοβιέτ» όπως στη Σοβιετική Ένωση. Η ΚΕ του ΚΚΑ το απέρριψε και έδωσε εντολή να μη χρησιμοποιηθεί με κανέναν τρόπο αυτός ο όρος, διαφορετικά αυτό θα βοηθούσε την εχθρική προπαγάνδα.

    15

  • χεται απευθείας από το κυριότερο επιτελείο της γιουγκοσλάβικης ηγεσίας και έφερνε, λέει, σπουδαίες αγγελίες για το Κόμμα μας. Η είδηση αυτή μας έκαμε να χαρούμε, γιατί, όπως θα μιλήσω παρακάτω, είχαμε 7-8 μήνες που περιμέναμε, αν όχι μέσω ενός απεσταλμένου, τουλάχιστον με οποιονδήποτε άλλο δυνατό δρόμο, να πάρουμε απάντηση στην αίτηση που διαμέσου της γιουγκοσλάβικης ηγεσίας είχαμε κάμει στην Κομιντέρν για να αναγνωρίσει το νεαρό Κομμουνιστικό Κόμμα μας. Πήραμε όλα τα μέτρα για να εξασφαλίσουμε στο φίλο ένα ταξίδι με όσο το δυνατό λιγότερους κινδύνους και, στις τελευταίες μέρες του Δεκέμβρη 1942, έφτασε σώος και αβλαβής στο Λαμπινότ του Ελμπασάν ο απεσταλμένος της ΚΕ του ΚΚΓ. Ήταν ο Μπλάζο Γιο-βάνοβιτς.

    Ο ερχομός αυτού του απεσταλμένου στην Αλβανία σημείωσε την πρώτη επίσημη επαφή της ηγεσίας του Κόμματος μας και του ίδιου του Μιλαντίν Πόποβιτς με την ηγεσία του ΚΚΓ. Δυστυχώς αυτή η πρώτη επαφή σημειώνει και την απαρχή των προστριβών και των συγκρούσεων μεταξύ των δύο κομμάτων μας.

    Ποιος ήταν, λοιπόν, και τι μας έφερε ο πρώτος απεσταλμένος του Τίτο - ο Μπλάζο Γιοβάνοβιτς;

    Η αλήθεια σχετικά με έναν παράλογο ισχυρισμό

    Στην Πρώτη Συμβουλευτική Σύσκεψη του Αχτίφ του ΚΚΑ, τον Απρίλη του 1942,1 είχαμε αποφάσισα να πληροφορήσουμε την Κομιντέρν για την ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Αλβανίας, για τα πρώτα αποτελέσματα στην οργάνωση και την ενίσχυση των γραμμών και της ζωής του, καθώς και για τις γενικές γραμμές του μαχητικού προγράμματος του. Μ' αυτή την ευκαιρία παρουσιάσαμε στην ηγεσία της Κομιντέρν την αίτηση μας να προσχώρησα το ΚΚΑ ως μέλος της Κομμουνιστικής Διεθνούς, καθώς και τη γνώμη μας όπως, σ' ένα κοντινό μέλλον, οργανώσαμε την Πρώτη Εθνική Συνδιάσκεψη του ΚΚΑ. Κρίναμε ότι ο καλύτερος δρόμος να ανακοινώσουμε στην Κομιντέρν τις αποφάσεις αυτές και τις προτάσεις ήταν μέσω της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας και αναθέσαμε στους συντρόφους Βασίλ Σιάντο2 και το Ντουσάν Μουγκόσα να τις πάνε εκεί που έδρευε η γιουγκοσλάβικη ηγεσία. Εκφράσαμε ταυτόχρονα την επιθυμία ώστε η ΚΕ του ΚΚΓ να μας στείλα, αν το έβλεπε εύλογο, και έναν απεσταλμένο της να πάρα μέρος, σαν προσκεκλημένος, στην Πρώτη Εθνική Συνδιάσκεψη του Κόμματος μας.

    Ο Ντουσάν Μουγκόσα λες και πετούσε από τη χαρά του όταν του ανακοινώσαμε την αποστολή που του αναθέσαμε. Σκέφτηκα ότι αυτό που τον έκανε περισσότερο να χαρεί ήταν το γεγονός ότι του δίνονταν η ευκαιρία να συναντηθεί με τους κυριότερους κομματικούς ηγέτες και να καυχιότανε μπροστά τους για το εξαιρετικά δύσκολο και γεμάτο κινδύνους ταξίδι και για την υψηλή αποστολή που του είχαμε ανάθεσα. Όσο για το Βασίλ Σιάντο, τον πραγματικό αυτόν μαέστρο των πετυχημένων ενεργαών συνωμοτικότητας, αυτός, όπως πάντα, περίμενε με ηρεμία και σοβαρότητα την ανάθεση της αποστολής και άρχισε να προετοιμάζεται για το ταξίδι.

    1. Βλέπε: «Ιστορία του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας», δεύτερη έκδοση, σελ. 83-85, Τίρανα, 1982.

    2. Ένας από τους άλλοτε αρχηγούς των κομμουνιστικών ομάδων που συμμετείχε στην ιδρυτική Σύσκε-

    νη του ΚΚΑ. Στην Πρώτη Εθνική Συνδιάσκεψη του Κόμματος εκλέχτηκε αναπληρωματικό μέλος της

    ΚΕ του ΚΚΑ. Σκοτώθηκε το Φλεβάρη του 1944 σε σύγκρουση με τον εχθρό κοντά στη Σκόντρα.

    Ήρωας του Λαού.

    16

  • Τους ξεκινήσαμε, λοιπόν, τους συντρόφους για τη Γιουγκοσλαβία από το Μάη ακόμα εκείνης της χρονιάς και, προς έκπληξη μας, τον Ιούλη ο Βασίλ Σιάντο γύρισε.

    — Μά πώς; Τόσο γρήγορα τελειώσατε την αποστολή; τον ρώτησα. - Μόνο την αρχή! μας λέει όλο ηρεμία. Μου έτυχε να κάνω μόνο το συνηθι

    σμένο του τόπου μας. Έβγαλα το Ντούκι1 σώο και αβλαβή, μέχρις ότου ήρθαμε σ' επαφή με ένα τμήμα γιουγκοσλάβων παρτιζάνων στο Μαυροβούνιο και από τή στιγμή αυτή, εκείνος μου είπε «Γύρνα πίσω! Την αποστολή θα την εκπληρώσω μόνος μου».

    Αν και τύπος πολύ συγκρατημένος, ανεκτικός και καλόπιστος, διαπίστωσα ωστόσο κάποια δυσαρέσκεια στον τρόπο της απάντησης του.

    - Πολύ ωραία που γύρισες, του είπα χτυπώντας τους ώμους του με το χέρι. Έχουμε εδώ τόσες και τόσες δουλειές να κάνουμε!

    — Σύμφωνος, σύντροφε Ταράς2 —μου είπε— αλλά νομίζω ότι αφού η Κεντρική μας Επιτροπή με έστειλε, είχε υπόψη της ότι τις σημαντικές προτάσεις της να τις πάει στον προορισμό τους ένας αλβανός κομμουνιστής...

    Κι εγώ ο ίδιος το 'νιωθα ότι ο Βασίλ είχε δίκιο, αλλά οπωσδήποτε στη συμπεριφορά του Ντουσάν δεν είδα καμιά σοβαρή παράβαση. Σκέφτηκα ότι η μανία του να επιδειχτεί, να αναλάβει «σοβαρά» και «ειδικά» καθήκοντα (στο κάτω κάτω στην προκειμένη περίπτωση ήταν απλώς ένας αγγελειοφόρος), να τραβήξει ο ίδιος επάνω του την προσοχή εκείνων που θα συναντούσε, τον έκαμαν να πει στο Βασίλ Σιάντο «γύρνα εσύ». Αργότερα πείστηκα ότι τόσο στην προκειμένη περίπτωση όσο και στις παράξενες περιοδείες του στις διάφορες περιοχές της χώρας μας, έτσι και στη μακρόχρονη «έκλειψη» από 5-6 μήνες μετά την άφιξη του στο επιτελείο του Τίτο, κρύβονταν σκοτεινές επιδιώξεις και ενέργειες, εσκεμμένες και σχεδιασμένες προσεχτικά από τον ίδιο και απ' αυτούς που τον έστεύλαν με αποστολή εδώ. Όλα όμως αυτά αργότερα θα τα μαθαίναμε και θα τα εκτιμούσαμε καθώς πρέπει. Ήταν ακόμη το αρχίνημα, η περίοδος που εμείς δεν είχαμε ακόμα την ευκαιρία να μπούμε σε άμεσες επαφές και σχέσεις με την ηγεσία του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας.

    Και να, ύστερα από τόσους μήνες αναμονής, έφτασε ο πρώτος απεσταλμένος της γιουγκοσλάβικης ηγεσίας και, η αλήθεια είναι, μας έφερε πράγματι σπουδαίες και χαρμόσυνες ειδήσας: την αναγνώριση του Κόμματος μας από την Κομιντέρν και τις κατευθύνσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής της Διεθνούς για τον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα μας. Μαζί του ο Μπλάζο Γιοβάνοβιτς έφερε κι ένα γράμμα από τον Τίτο για την Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος μας, και την εξουσιοδότηση να είναι αντιπρόσωπος της ΚΕ του ΚΚΓ στην Πρώτη Εθνική Συνδιάσκεψη του ΚΚΑ, μας έφερε, αν δε λαθεύω, και μια ή δυό μπροσούρες και, αναμφίβολα, και τον Ντουσάν Μουγκόσα.

    Υποδεχτήκαμε το φίλο με όλες τις τιμές που μπορούσαν να γίνουν στις βαριές συνθήκες της παρανομίας, και ακόμα περισσότερο, σε μια φτωχική κλαδοσκέπαστη καλύβα στο Σμίλ3 του Ελμπασάν. Του μιλήσαμε συντροφικά σε γενικές γραμμές για την κατάσταση των πραγμάτων στη χώρα μας, όπως κι αυτός μας μίλησε για την κατάσταση του κόμματος και του αγώνα στη Γιουγκοσλαβία και ιδιαίτερα για τη δύσκολη κατάσταση στο Μαυροβούνιο.

    Φυσικά, μ' αυτή την ευκαιρία τον ευχαριστήσαμε ολόκαρδα για το γεμάτο ταλαι-

    1. Ψευδώνυμο του Ντουσάν Μουγκόσα.

    2. Ένα από τα ψευδώνυμα του συντρόφου Ενβέρ Χότζια στη διάρκεια του Εθνικοαπελευθερωτικου Αγώνα.

    3. Χωριό στην επαρχία του Ελμπασάν.

    17

  • πωρίες και δύσκολο δρόμο που είχε κάμει για να 'ρθει ως εδώ και να εκπληρώσει το διεθνιστικό αοτό καθήκον.

    Στην κουβέντα φαίνονταν προσεχτικός και λογικός και το καθετί πήγαινε κανονικά, εκτός από μια μικρή προστριβή που είχαμε τις πρώτες μέρες. Η προστριβή είχε σχέση μ' αυτά που μας έγραφε και μας συμβούλευε ο Τίτο στο γράμμα του.

    — Η επιστολή του συντρόφου Τίτο εμπεριέχει προσανατολισμούς και συμβουλές απαραίτητες και σημαντικές για σας, μας είπε ο Μπλάζο δυο-τρεις μέρες μετά την άφιξη του. Είμαι ας γνώση αυτών και μπορούμε να συζητήσουμ�